Λεϊσμανίαση
Λεϊσμανίαση είναι μία δυνητικά θανατηφόρος παρασιτική νόσος που οφείλεται στο πρωτόζωο – παράσιτο Leishmania infantum, γνωστή και ως «Kala azar» που σημαίνει μαύρος πυρετός. Πρόκειται για μία ασθένεια που εμφανίζεται παγκοσμίως, σε πάνω από 70 χώρες, σε μέρη όπως είναι η Νότια Αμερική, η Αφρική, η Ασία, καθώς και η Νότια Ευρώπη (λεκάνη της Μεσογείου).
Τα πιο συνηθισμένα ζώα, που προσβάλλονται από τη νόσο είναι τα σκυλιά. Ωστόσο, η λεϊσμανίαση προσβάλλει επίσης τα άγρια τρωκτικά, την αλεπού, αλλά και τον άνθρωπο (σπανιότερα).
Λεϊσμανίαση – Τρόπος Μετάδοσης
Η μετάδοσή της γίνεται από το τσίμπημα μολυσμένης -από το παράσιτο- σκνίπας,-και μάλιστα ενός ειδικού είδους σκνίπας και γένους θηλυκού η οποία ονομάζεται «φλεβοτόμος» (Phlebotomus). Δραστηριοποιείται ιδιαίτερα κατά την περίοδο μεταξύ Μαρτίου και Νοεμβρίου και είναι τόσο μικρή που δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή με γυμνό μάτι. Η φλεβοτόμος σκνίπα στοχεύει στα σημεία όπου δεν υπάρχουν τρίχες και με το τσίμπημά της μεταφέρει το παράσιτο στο αίμα του σκύλου και προσβάλλει τα μακροφάγα (λευκοκύτταρα). Σύμφωνα με μελέτες, έχει βρεθεί ότι το είδος αυτό της σκνίπας είναι πιο δραστήριο νωρίς το πρωί ή αργά το βράδυ. Ο χρόνος για την επώαση του παρασίτου μπορεί να είναι από ένα μήνα έως και μερικά έτη.
Άλλοι τρόποι μετάδοσης του παρασίτου είναι η μετάγγιση μολυσμένου αίματος σε υγιές ζώο και η μεταφορά μέσω του πλακούντα από τη μολυσμένη μητέρα στο έμβρυο.
Λεϊσμανίαση – Συμπτώματα
Η λεϊσμανίαση στα σκυλιά διακρίνεται κυρίως σε δύο τύπους, οι οποίοι προκαλούν διαφορετικά συμπτώματα:
Σπλαχνική λεϊσμανίαση
Το παράσιτο μεταναστεύει στα σπλαχνικά όργανα. Πολλαπλασιάζεται στο ήπαρ και στο σπλήνα, προκαλώντας ηπατομεγαλία και σπληνομεγαλία. Επίσης, προσβάλλονται και οι νεφροί. Τα κυριότερα συμπτώματα της σπλαχνικής λεισμανίασης είναι τα εξής:
- Σημαντική απώλεια βάρους
- Ανορεξία
- Διάρροια
- Συχνοί εμετοί
- Ρινική αιμορραγία
- Δυσκολία στην κίνηση
- Καχεξία
- Αδυναμία
- Ισχνότητα
Δερματική λεϊσμανίαση
Πρόκειται για την πιο γνωστή και συχνή μορφή της νόσου. Η δερματική λεϊσμανίαση στο 90% των περιπτώσεων προσβάλλει το δέρμα, προκαλώντας δερματικές αλλοιώσεις (βλάβες) και τα συμπτώματα είναι:
- Βλαττίδες, στο σημείο του τσιμπήματος μετά από λίγο διάστημα. Οι βλαττίδες αυτές, στη συνέχεια, μετατρέπονται σε έλκη ,τα οποία μετά σκληραίνουν
- Υπερκεράτωση και απολέπιση (σαν πιτυρίδα), και αποχρωματισμός
- Έντονη απώλεια τριχώματος
- Διογκώσεις (οζίδια) στο δέρμα
- Οζίδια
- Μήκυνση και ευθραυστότητα των νυχιών
Άλλα συμπτώματα που σχετίζονται με τη λεϊσμανίαση περιλαμβάνουν:
- Διόγκωση των λεμφαδένων
- Νεφρική ανεπάρκεια – υπερβολική ούρηση, υπερβολική δίψα, εμετός
- Νευραλγία (διαταραχή των νεύρων, που προκαλεί πόνο)
- Χωλότητα
- Πόνο στις αρθρώσεις
- Μυϊκή φλεγμονή
Ωστόσο, δεν εκδηλώνουν συμπτώματα όλα τα ζώα που έχουν προσβληθεί από τη νόσο (ασυμπτωματική μορφή). Ένα μεγάλο ποσοστό παρουσιάζει ανοσία και «αυτοθεραπεύεται» εξουδετερώνοντας το παράσιτο, ενώ ένα άλλο ποσοστό θα παραμείνει φορέας για αρκετό καιρό χωρίς να εμφανίσει συμπτώματα.
Λεϊσμανίαση – Πού εμφανίζεται περισσότερο;
Η λεϊσμανίαση φαίνεται να εμφανίζεται περισσότερο στις εξής φυλές:
- Boxer
- Rottweilers
- Cocker Spaniel
- German Shepherd
Η φυλή Ibizian hound είναι πιο ανθεκτική και σπάνια θα μολυνθεί με το παράσιτο.
Τα ζώα που προσβάλλονται από τη νόσο, αφορούν κυρίως σε ηλικίες άνω των 6 μηνών.
Λεϊσμανίαση – Διάγνωση
Ο ιδιοκτήτης του σκύλου, μόλις παρατηρήσει οποιοδήποτε ύποπτο σύμπτωμα, θα πρέπει να απευθυνθεί άμεσα στον κτηνίατρο. Η πρόληψη και η έγκαιρη διάγνωση είναι πολύ σημαντικές, καθώς σε προχωρημένο στάδιο, οι βλάβες που προκαλούνται από τη λεϊσμανίαση μπορεί να είναι μη αναστρέψιμες.
Ο γιατρός θα πραγματοποιήσει κλινική εξέταση στο σκύλο, λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό συμπτωματολογίας. Παράλληλα, θα αναζητήσει άλλες πιθανές ασθένειες οι οποίες εμφανίζουν παρόμοια συμπτώματα, με σκοπό τον αποκλεισμό τους (διαφορική διάγνωση).
Σε επόμενη φάση θα γίνουν εξετάσεις αίματος, οι οποίες θα οδηγήσουν στην τελική και οριστική διάγνωση ή όχι του νοσήματος.
Λεϊσμανίαση – Θεραπεία
Σε περίπτωση που το αποτέλεσμα της εξέτασης αίματος είναι θετικό, η θεραπεία θα πρέπει να είναι άμεση και έγκαιρη. Διαφορετικά και, χωρίς θεραπευτική αγωγή, ο σκύλος αργά ή γρήγορα θα καταλήξει.
Ωστόσο, δεν μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει οριστική θεραπεία. Η θεραπεία μειώνει τη σοβαρότητα της νόσου, όμως δεν είναι δυνατόν να εξαλειφθεί εντελώς. Ο σκύλος παραμένει για πάντα φορέας της νόσου. Όσο νωρίτερα, βέβαια, ξεκινήσει η θεραπεία, είναι φυσικά καλύτερα, γιατί η νόσος δεν έχει προχωρήσει τόσο και το ζώο έχει ακόμα ισχυρό ανοσοποιητικό σύστημα και μπορεί να ανταποκριθεί στη φαρμακευτική αγωγή που θα του δοθεί – για το λόγο αυτό είναι πολύ σημαντική η έγκαιρη διάγνωση της νόσου.
Η αντιμετώπιση για τη νόσο επιτυγχάνεται μέσα από θεραπευτικές πρακτικές, οι οποίες περιλαμβάνουν ενέσιμη ή διά στόματος φαρμακευτική αγωγή για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η θεραπεία, γενικά, περιλαμβάνει τη χορήγηση αλλοπουρινόλης από το στόμα για μεγάλο χρονικό διάστημα, καθώς και τη χορήγηση μιλτεφοσίνης, η οποία κυκλοφορεί σε μορφή σιροπιού για ένα μήνα. Μία άλλη εξίσου αποτελεσματική μέθοδος για την εξάλειψη των συμπτωμάτων είναι ο συνδυασμός καθημερινής χορήγησης αντιμονιούχου μεγλουμίνης (ενέσιμα) σε συνδυασμό με χορήγηση αλλοπουρινόλης (διά στόματος). Η διάρκεια της θεραπείας και το ακριβές δοσολογικό σχήμα εξαρτάται από το κάθε περιστατικό και είναι κάτι που το αποφασίζει ο κτηνίατρος κατά περίπτωση.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της θεραπείας, ο κτηνίατρος θα πρέπει να επιβλέπει τακτικά την πορεία του σκύλου. Τις πρώτες εβδομάδες, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη λειτουργία των νεφρών, καθώς πρόκειται για χορήγηση ισχυρών φαρμάκων. Επομένως, είναι απαραίτητο να διενεργούνται εργαστηριακές εξετάσεις-αιματολογικές και βιοχημικές- ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Δυστυχώς, η εξάλειψη του παρασίτου είναι αδύνατο να επιτευχθεί- ο σκύλος θα παραμείνει για πάντα φορέας του παρασίτου. Παρόλα αυτά, η μείωση ή ο μηδενισμός των συμπτωμάτων είναι αρκετά και εξίσου σημαντικά, προκειμένου να μπορέσει ο σκύλος να έχει μία μακρά και καλή ποιότητα ζωής.
Λεϊσμανίαση – Πρόληψη
Υπάρχουν διάφορα μέτρα πρόληψης για την αποφυγή της λεϊσμανίασης στο σκύλο, τα οποία θα πρέπει να ληφθούν, ιδιαίτερα κατά τους μήνες αυξημένου κινδύνου. Ορισμένα από αυτά είναι τα εξής:
- Εφαρμογή αμπούλας (spot-on) ή spray σε μηνιαία βάση
- Τοποθέτηση εντομοαπωθητικού κολάρου και αλλαγή αυτού κάθε 3 μήνες
- Ψεκασμός με spray σιτρονέλλας, κυρίως κάθε πρωί και κάθε σούρουπο ιδιαίτερα στα άτριχα σημεία του σκύλου
- Προληπτική εξέταση αίματος ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ κάθε Νοέμβριο και Μάρτιο (στην αρχή και στο τέλος της περιόδου κατά την οποία η φλεβοτόμος σκνίπα ασκεί έντονη δραστηριότητα), αλλά και οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή
- Εμβόλιο για τη λεϊσμάνια (σε σκύλους που δεν έχουν μολυνθεί ή δεν είναι φορείς)
- Αποφυγή έκθεσης του σκύλου σε εξωτερικούς χώρους τις ώρες κατά τις οποίες η φλεβοτόμος σκνίπα ασκεί έντονη δραστηριότητα (νωρίς το πρωί ή αργά το βράδυ)
- Αποφυγή βόλτας του σκύλου τις ώρες κατά τις οποίες η φλεβοτόμος σκνίπα ασκεί έντονη δραστηριότητα (νωρίς το πρωί ή αργά το βράδυ) κατά την «επικίνδυνη» περίοδο
- Εφαρμογή σίτας στο σπίτι προκειμένου να αποτραπεί η είσοδος της σκνίπας μέσα στο χώρο
- Χρήση κεριών και προϊόντων με σιτρονέλλα-που βοηθούν στο να μην πλησιάσει η σκνίπα σε αυλές και εξωτερικούς χώρους
- Τακτική παρακολούθηση της υγείας του σκύλου, γενικότερα (το ανίσχυρο ανοσοποιητικό σύστημα ευνοεί τη μόλυνση και εξάπλωσή της), συχνές επισκέψεις και συζήτηση με τον κτηνίατρο για την υγεία του ζώου, καθώς και για οποιοδήποτε νέο σύμπτωμα τυχόν προκύψει σε κάθε περίοδο
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ασφαλώς και τα ζώα που είναι ήδη μολυσμένα με το παράσιτο θα πρέπει να τηρούν όλα τα μέτρα πρόληψης, να φοράνε αντιπαρασιτικό περιλαίμιο και να βάζουν spot-on προϊόντα (αμπούλες-κολλάρα), καθώς και spray σιτρονέλας τακτικά διότι είναι ήδη φορείς του παρασίτου. Πρέπει, λοιπόν, με κάθε τρόπο να αποτραπεί το τσίμπημά τους από τη σκνίπα, προκειμένου να μη μεταδοθεί η νόσος σε ένα άλλο ζώο στη συνέχεια.